Εκτύπωση
Κατηγορία: Εκδηλώσεις 2014
0
0
0
s2sdefault

Η χθεσινή εκδήλωση του συλλόγου φίλων μουσικής Σαμοθράκης ''Αρμονίας Γένεσις'', έγινε για τον εορτασμό της 21ης Ιουνίου της  ευρωπαϊκής ημέρας Μουσικής. Της μεγαλύτερης μέρας του χρόνου. Η ημέρα με το περισσότερο Φως. Ήδη από την αρχαιότητα το Φως συνδέεται με τον Ήχο και τη Μουσική, μέσω του θεού Απόλλωνα. Η Μουσική, που προστατεύουν οι Μούσες  από τις οποίες πήρε το όνομα της, εμπεριέχει μέσα της την μελωδία, τον ρυθμό και την αρμονία, δηλ. την σύνδεση, την ένωση με τρόπο σοφό,  διαφορετικών και αντίθετων στοιχείων. Η Μουσική είναι έκφραση, είναι δημιουργία, είναι επικοινωνία είναι η τέχνη του να δίνεις χαρά... Η Μουσική  τη χαρακτηρίζει η απλότητα, η ειλικρίνεια και η αμεσότητα. Είναι η τέχνη που οδηγεί στο πιο εκλεπτυσμένο πεδίο σκέψης και δίνει νόημα στην ανθρώπινη ύπαρξη & δημιουργικότητα. Η τέχνη που θεραπεύει και εξυψώνει!..

Τα οφέλη από την ενασχόληση με τη μουσική είναι πολλαπλά τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο.  Η μουσική κάνει το μυαλό μας να είναι σε εγρήγορση, χτίζει μια δυνατή μνήμη,  προάγει την ευρηματικότητα, ηρεμεί και χαλαρώνει το σώμα  και τη ψυχή…  Μέσα από μια καλά οργανωμένη μουσική παιδεία τα παιδιά αναπτύσσουν την συλλογικότητα, τη συνεργασία, και μια καταπληκτική δυναμική της ομάδας.
Αυτή την εκδήλωση λοιπόν φέτος την έχουμε αφιερώσει σε ένα μεγάλο έλληνα μουσουργό, διανοούμενου και ποιητή, το Μάνο Χατζιδάκι γιατί φέτος πέρασαν 20 χρόνια από το θάνατό του. Η συνθετική απλότητα των τραγουδιών του Μάνου, είναι ταυτόχρονα όμορφη, ευαίσθητη αλλά και πολύπλοκη! Άλλωστε κάθε απλό είναι και δύσκολο. Ο Μάνος έβγαλε -και στα ερτζιανά- την ψυχή του, προκειμένου να καταστεί το Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας ένας αδιαμφισβήτητος φορέας πολιτισμού, με παγκόσμιο βεληνεκές.

Σήμερα θα έχουμε την ευκαιρία να ακούσουμε κάποια αποσπάσματα και σχόλια του Μάνου Χατζιδάκι που φανερώνουν τα πιστεύω τις ιδέες και τη γενικότερη κοσμοθεωρία του, μέσα στην οποία συνέθεσε τις μουσικές και τα τραγούδια ου. Το πιο σημαντικό είναι ότι  όλα αυτά τα σχόλια συνεχίζουν να είναι εντελώς επίκαιρα σε μια εποχή οικονομικής κρίσης αλλά και κρίσης κοινωνικών, ηθικών και πολιτισμικών αξιών.
Θέλω να ευχαριστήσω:
1. Τη φίλη και συνάδερφο Αθανασία Ζολώτα για το μέρος της αφήγησης
2. Το σύλλογο Φίλων Μουσικής Σαμοθράκης που στηρίζει το έργο της Παιδικής Χορωδίας και της Μουσικής Εκπαίδευσης του νησιού τα τελευταία εφτά χρόνια
3. Τους μαθητές μου, τα παιδιά της χορωδίας τα ενεργά και τα νέα μέλη για τη άψογη συνεργασία μας
4. και όλους εσάς που μας τιμήσατε με τη παρουσία σας…!

Γιώτα Τηγανούρια
μαέστρος της παιδικής χορωδίας Σαμοθράκης

Ακολουθεί ένα ιδιαίτερα καυστικό κείμενο για όλους και για όλα του Μάνου Χατζιδάκι με τον τίτλο «Βιογραφικό σε πρώτο προσωπικό» που το έγραψε το 1980 στη Μελβούρνη, δημοσιεύει η ομογενειακή εφημερίδα Νέος Κόσμος με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 20 χρόνων από το θάνατο του μεγάλου μουσικοσυνθέτη, διανοούμενου και ποιητή.
«Γεννήθηκα στις 23 Οκτώβρη του ‘25, στην Ξάνθη τη διατηρητέα κι όχι την άλλη τη φριχτή που χτίστηκε μεταγενέστερα από τους μεταπολεμικούς της ενδοχώρας μετανάστες. Η μητέρα μου ήταν από την Αδριανούπολη και ο πατέρας μου απ’ την Κρήτη. Με φέραν το ‘31 στην Αθήνα απ’ όπου έλαβα την Αττική παιδεία - όταν ακόμη υπήρχε στον τόπο μας και Αττική και Παιδεία. Είμαι λοιπόν γέννημα δύο ανθρώπων που δεν συνεργάστηκαν ποτέ, εκτός απ’ την στιγμή που αποφάσισαν την κατασκευή μου. Γι’ αυτό και περιέχω μέσα μου όλες τις δυσκολίες του Θεού και όλες τις αντιθέσεις. Όμως η αστική μου συνείδηση, μαζί με τη θητεία μου την Ευρωπαϊκή, φέραν έν’ αποτέλεσμα εντυπωσιακό. Έγινα τόσο ομαλός, έτσι που οι γύρω μου να φαίνονται ως ανώμαλοι. Η κατοχική περίοδος μου συνειδητοποίησε πως δεν χρειαζόμουν τα μαθήματα της Μουσικής, γιατί με καθιστούσαν αισθηματικά ανάπηρο και ύπουλα μ’ απομάκρυναν απ’ τους αρχικούς μου στόχους που ήταν: Να διοχετευθώ, να επικοινωνήσω και να εξαφανιστώ. Γι’ αυτό και τα σταμάτησα ευθύς μετά την κατοχή - σαν ήρθε η απελευθέρωση. Δεν σπούδασα σε Ωδείο και συνεπώς δεν μοιάζω φυσιογνωμικά με μέλος του γνωστού Πανελληνίου Μουσικού Συλλόγου. Ταξίδεψα πολύ. Κι’ αυτό με βοήθησε ν’ αντιληφθώ πώς η βλακεία δεν ήταν μόνο προϊόν του τόπου μας αποκλειστικό, όπως περήφανα αποδεικνύουν συνεχώς οι Έλληνες σωβινιστές και οι ντόπιοι εθνικιστές. Έτσι ενισχύθηκε η έμφυτη ελληνικότητά μου και μίκραινε κατά πολύ ο ενθουσιασμός μου για τους αλλοδαπούς. Έγραψα μουσική για το Θέατρο, για τον Κινηματογράφο και τον Χορό. Παράλληλα έγραψα πολλά τραγούδια - δύο χιλιάδες μέχρι στιγμής, - μέσ’ απ’ τα οποία ξεχωρίζω όλα όσα περιέχει αυτή μου η συναυλία.….To 1966 βρέθηκα στην Αμερική, και επειδή χρωστούσα στην ελληνική εφορία κάπου τρισήμιση εκατομμύρια δραχμές, αναγκάστηκα να κατοικήσω εκεί ώσπου να τα εξοφλήσω. Εξόφλησα τα χρέη μου το ‘72 κι’ επέστρεψα στην Αθήνα, για να κατασκευάσω το καφενείο με το όνομα «Πολύτροπο». Ήρθε όμως ο τυφώνας που ονομάστηκε «Μεταπολίτευση» με τις σειρήνες των γηπέδων και των σφαιριστηρίων και τους χιλιάδες εκ των υστέρων αντιστασιακούς, που αγανακτισμένοι τραγουδούσαν τραγούδια ενάντια στη Δικτατορία, και που με αναγκάσανε να κλείσω το «Πολύτροπο», μ’ ένα παθητικό περίπου πάλι των τρισήμιση εκατομμυρίων. Μοιραίος αριθμός.Κι’ έτσι απ’ το ‘75 αρχίζει μια διάσημη «εποχή μου» που θα την λέγαμε, για να την ξεχωρίσουμε η υπαλληλική, και που με κατέστησε πάλι διάσιμο σ’ όλους τους απληροφόρητους συμπατριώτες μου και σ’ όσους πίστεψαν πως τοποθετήθηκα χαρακτηριστικά στις όποιες θέσεις της δημόσιας ζωής. Μέσα σ’ αυτή που λέτε την περίοδο, προσπάθησα ανεπιτυχώς είναι αλήθεια, να πραγματοποιήσω «ακριβές καφενειακές ιδέες» πότε στην ΕΡΤ και πότε στο Υπουργείο Πολιτισμού. Και οι δύο ετούτοι οργανισμοί βαθύτατα διαβρωμένοι και σαθροί από τη γέννησή τους, κατάφεραν ν’ αντισταθούν επιτυχώς ώσπου στο τέλος να με νικήσουν «κατά κράτος». Παρ΄ όλα αυτά, μέσα σε τούτον τον καιρό, γεννήθηκε η φιλελεύθερη έννοια του ΤΡΙΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ και επιβλήθηκε σε ολόκληρο τον τόπο.…

Και καταστάλαγμα μέχρι στιγμής του βίου μου είναι:
Α δ ι α φ ο ρ ώ για την δόξα. Με φυλακίζει στα όρια που εκείνη καθορίζει κι’ όχι εγώ.
Π ι σ τ ε ύ ω στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει κι όχι σ’ αυτό που μας διασκεδάζει και μας κολακεύει εις τας βιαίως αποκτηθείσας συνήθειές μας.
Ε π ι θ υ μ ώ να έχω πολλά χρήματα για να μπορώ να στέλνω «εις τον διάβολον» - πού λένε - κάθε εργασία που δεν με σέβεται. Το ίδιο και τους ανθρώπους.
Π ε ρ ι φ ρ ο ν ώ αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα «επώνυμους» πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομήλικους, την σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία την πάσα λογής χυδαιότητα καθώς και κάθε ηλίθιο του καιρού μου……. Λοιπόν τι να μιλήσω, και τι να πω; Ανήκω στους μελλοντικά απερχόμενους και δεν λυπάμαι πια γι αυτό. Το θέλω. Αυτοί που δεν το θέλουν είναι ανυποψίαστοι
Δεν συμπαθώ βέβαια τους επερχόμενους, κι όχι γιατί δεν μ έχουνε μαζί τους. Ίσως γιατί στο πρόσωπό τους αναγνωρίζω μια ανεπαίσθητη ασκήμια, που τους χαράζει η άγνοια περί τα κοινά, περί τα ανθρώπινα και περί τα όσα θα συμβούν μελλοντικώς – που θα ναι και οι ίδιοι υπεύθυνοι και ανεύθυνοι μαζί.
Την ίδια ασκήμια που θα είχα κάποτε κι εγώ, αν δεν ετύγχανε συγχρόνως να περιέχω δύο ισχυρά μου πάθη: τον έρωτα και την αναθεώρηση. Γιατί η νεότητα χωρίς αυτά τα δύο πρωτογενή της πάθη, και μάλιστα σ ένα βαθμό καταστροφής, είναι απωθητική, όσο και ένα πρόπλασμα χωρίς μορφή και δίχως φόρμα...Οι απερχόμενοι δεν είναι δακρυσμένοι. Αντίθετα. Δεν έχουν τρόπο να μας πουν τι νιώθουν, κι ας μας αγαπούν. Καταλαβαίνουν μέσα στη σοφία των τελευταίων στιγμών , πως κι αν μπορούσαν να μας αποκαλύψουν ότι κατενόησαν ετούτη την στερνή στιγμή τους, πάλι δεν θα παρείχαν σωτηρία, ούτε σ αυτούς που αφήνουν πίσω αγαπώντας τους
Γι αυτό δακρύζουν. Γιατί σε τελευταία ανάλυση ο Σταυρός , πονάει αφόρητα μονάχα αυτόν που βρίσκεται εσταυρωμένος, κι ας είναι απελπισμένοι οι άλλοι γύρω του για τον χαμό του. Ο Εσταυρωμένος μόνο γνωρίζει το άθροισμα , το αποτέλεσμα , χιλιάδων μαθηματικών υπολογισμών ενός βίου ολόκληρου, που θα το παραλάβει μαζί του εις τους ουρανούς για να το θέσει μυστικά, προσεκτικά στην κορυφή οροσειράς λαμπρού αστερισμού προσθέτοντας στο άπειρον ένα μυστήριο ακόμη, αιωνίω…

Το ελληνικό, τώρα: από την ώρα που μας βοηθάει η Ελλάς να γίνουμε άνθρωποι, με μια παγκοσμιότητα, πολύ καλώς. Από την ώρα που μας δίδει μια φουστανέλα και μας εμποδίζει να υπάρχουμε με τους άλλους συνανθρώπους, είναι αντιδραστικό. Αν αυτό που λέμε ελληνικό είναι εμπόδιο στο να ενωθούμε με έναν μαύρο, είναι καταδικαστέο. Αν, αντιθέτως, αυτό είναι βοηθητικό για να ενωθούμε με τους άλλους, είναι υπέροχο. Η έννοια του ελληνικού για πολλούς ανθρώπους έχει διαφορετική όψη. Εγώ πιστεύω σ' εκείνη την ελληνικότητα που εξαφανίζει τις διαφορές. Φυσικά, από κάπου ξεκινάμε. Όλοι ξεκινάμε και τις πρώτες λέξεις που ψελλίζουμε είναι της μάνας μας. Αλλά δεν μένουμε με τις τέσσερις λέξεις που μάθαμε απ' τη μάνα μας: πηγαίνουμε και μαθαίνουμε και μιλάμε και σκεπτόμαστε και ξαναμαθαίνουμε να μιλάμε και απορρίπτουμε σκέψεις και προχωράμε...…Έχω το μυαλό μου ελεύθερο, σκέπτομαι. Το ίδιο είπα στους νέους, να πάψουν να είναι ζώα. Να πάψουν να βλέπουν τα πράγματα μέσα από χρώματα, οι νέοι του ΠΑΣΟΚ πράσινα, οι Κνίτες κόκκινα και οι της ΝΔ γαλάζια. Το βρίσκω ηλίθιο όλο αυτό το πράγμα. Όταν ο νέος γίνεται όργανο μιας παράταξης, οποιασδήποτε παράταξης, ο τόπος αυτός κινδυνεύει… Αλήθεια λοιπόν, τι εννοούμε σαν λέμε παιδεία και δημοκρατία; Την τάξη και την αναξιοπρέπεια; Τις απεχθάνομαι και τις δύο.. Είναι λάθος να νομίζουμε ότι περιφρουρείται η ελευθερία μας με το να καταδιώκονται άνθρωποι που δε μας νοιάζουν. Θα 'ρθει μια δεδομένη στιγμή που και εμείς δε θα μοιάζουμε με κάποιους κι εμείς σωστά θα καταδιωχθούμε. Μην ξεχνάμε ότι αυτό είναι η αρχή και η βάση του εθνικοσοσιαλισμού και του φασισμού. Δεν κινδυνεύουμε απ' αυτούς που δε μας μοιάζουν. Κινδυνεύουμε απ' αυτούς που μας περιφρουρούνε……Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του. Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής. Κι αποτελεί πολιτική «παράδοση» η πεποίθηση πως τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται, τιθασεύονται. Ενώ τα πουλιά… Για τα πουλιά, μόνον οι δολοφόνοι, οι άθλιοι κυνηγοί αρμόζουν, με τις «ευγενικές παντός έθνους παραδόσεις». Κι είναι φορές που το κτήνος πολλαπλασιαζόμενο κάτω από συγκυρίες και με τη μορφή «λαϊκών αιτημάτων και διεκδικήσεων» σχηματίζει φαινόμενα λοιμώδους νόσου που προσβάλλει μεγάλες ανθρώπινες μάζες και επιβάλλει θανατηφόρες επιδημίες.…Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, αν συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά. Από την ώρα που ο Φρανκενστάιν γίνεται στόλισμα νεανικού δωματίου, ο κόσμος προχωράει μαθηματικά στην εκμηδένισή του. Γιατί δεν είναι που σταμάτησε να φοβάται, αλλά γιατί συνήθισε να φοβάται. Κι εγώ με τη σειρά μου δεν φοβάμαι τίποτα περισσότερο απ το μυαλό της κότας. Απ' το να υποχρεωθώ να συνομιλήσω με μια κότα ή με έναν σκύλο ή τέλος πάντων, με ένα ζώο δυνατό που βρυχάται…. Η κολακεία, η χυδαία κολακεία λαϊκών ενστίκτων δεν είναι ένα πρωτοφανέρωτο δείγμα επιτυχούς οπτικής για άλωση της εξουσίας. Είχε γίνει και στην Ιταλία πριν από τον Μουσολίνι και στη Γερμανία πριν από τον Χίτλερ. Αυτό στηλιτεύω……Φροντίστε να μην είστε ανένταχτοι. Η πανέξυπνη ασφάλειά μας τους υποπτεύεται τους ανένταχτους. Φροντίστε να ενταχθείτε σε μια κομματική παράταξη για να μπορέσουν οι ασφαλίτες να κοιμούνται ήσυχοι…. Κανένα σύστημα δεν θα σας υποσχεθεί την ελευθερία σας, δεν υπάρχει τέτοιο σύστημα, σας είπαν ψέματα. Μόνιμα θα διεκδικείτε ολοένα και περισσότερο αυτό που σας αρνούνται βασιζόμενοι στην κούραση σας, με λίγες μόνο εξαιρέσεις. Μα, με τις εξαιρέσεις ο κόσμος προχωρά. Όσοι ανθέξετε θα πάτε ένα βήμα πιο μπροστά…

…Η μητέρα μου είναι γλυκιά και τρυφερή και μ’ αγαπάει.
Θα ’θελε ν ’άχε σταματήσει ο χρόνος εκείνη τη στιγμή που μ’ έχει αντίκρυ και με κοιτάζει.
Γνωρίζω εκείνη τη στιγμή καλά, μα δεν μπορώ, ούτε μπορεί να τη σταματήσει. Κι έτσι θα μείνει πάντα στη μνήμη μας, ευγενική και τρυφερή να καρτεράει μια δυο στιγμές που πέρασαν, μια δυο στιγμές που έζησα μοναδικά για κείνη……


Σε μια παρέλαση στην Νέα Υόρκη, με μουσικές και χρώματα και με πλυμμυρισμένη από κόσμο την 5η Λεωφόρο, βρισκόμουν μια Κυριακή το απόγευμα το φθινόπωρο του 1963, όταν συνάντησα μια γυναικούλα να περπατάει μοναχή με μιαν απελπισμένη αδιαφορία για ό,τι συνέβαινε γύρω της, χωρίς κανείς να την προσέχει, χωρίς κανέναν να προσέχει, μόνη έρημη μες το άγνωστο πλήθος που την σκουντούσε, την προσπερνούσε ανυποψίαστο, εχθρικό, αφήνοντας την να πνιγεί μες τη βαθειά πλημμύρα της λεωφόρου, μέσα στη θάλασσα που ακολουθούσε, μέσα στο αγέρι που άρχιζε να φυσά……Έμεινα στυλωμένος, ο μόνος που την πρόσεξε κι έκαμα να την πάρω από πίσω, να την ακολουθήσω και πλησιάζοντας την να της μιλήσω, χωρίς να ξέρω τι να της πω, μα ίσαμε ν' αποφασίσω την έχασα από τα μάτια μου. Έτρεξα λίγο μπρος, ανασηκώθηκα στα πόδια για να την ξεχωρίσω, μα η μεγάλη μαύρη θάλασσα του κόσμου την είχε καταπιεί. Μέσα μου κάτι σκίρτησε οδυνηρά. Χωρίς να καταλάβω είχα σταθεί έξω από το βιβλιοπωλείο του Ριτζόλλι και στη βιτρίνα του απέναντι μου ακριβώς, βρισκότανε ένα βιβλίο για τον Ντα Βιντσι, με την Τζοκόντα στο εξόφυλλό του να μου χαμογελά απίθανα αινιγματική, αυτόματα μεγενθημένη, όσο η γυναίκα που χάθηκε στο δρόμο.
Δε ξέρω γιατί ολ' αυτά μπερδεύτηκαν περίεργα μέσα μου, μαζί μ' ένα εξαίσιο θέμα του Βιβάλντι που είχα ακούσει πριν από λίγες μέρες και που εξακολουθούσε να επανέρχεται τυρρηνικά στη μνήμη μου. Τα δέκα αυτά τραγούδια γράφτηκαν μ' ένα συγκερασμό απελπισίας και αναμνήσεων . Το θέμα είναι η γυναίκα έρημη μες τη μεγάλη πόλη. Το κάθε τραγούδι είναι ένας μονόλογός της κι όλα μαζί συνθέτουν την ιστορία της. Μια ιστορία σύγχρονη και παλιά μαζί."

Πιστεύω στην υγρασία της νύχτας, στα αγάλματα που ταξιδεύουν μέρα νύχτα μες σε δαπανηρές συσκευασίες και στα κλειστά παράθυρα εργοστασίων που απεργούν. Πιστεύω στη λιτανεία των αυτοκινήτων, στα νευρικά σφυρίγματα ενός εγκαταλελειμμένου αστυφύλακα και στην οσμή από σελίδες άκοπες των σχολικών βιβλίων. Πιστεύω στις ποιητικές ανθολογίες, στις διαφημίσεις ταυρομαχιών του 35 και στα σημάδια του κορμιού σου που φανερώνουν έρωτα. Τέλος, πιστεύω στον θάνατο της μνήμης και στην ανάσταση των επιθυμιών  εν μέσω ρόδων, γιασεμιών και υακίνθων. Και τούτο εγένετο, Αμήν».