0
0
0
s2sdefault

Με τον όρο Αναγεννησιακή μουσική αναφερόμαστε στη μουσική της εποχής της Αναγέννησης, που εκτείνεται περίπου από το 1400-1600 και χαρακτηρίζεται από έντονο ανθρωπισμό, τάσεις φιλοσοφικές και επιστροφή στα αρχαία Ελληνικά γράμματα καθώς και έντονη προσκόλληση πάνω στην αρχαία μετρική της ποίησης, η οποία οδηγούσε τη σύνθεση της μουσικής επάνω στα πρότυπά της. Η μουσική δείχνει να ξεφεύγει από τα δεσμά της πολυπλοκότητας του προηγούμενου αιώνα και παρουσιάζεται πιο ελεύθερη, λιγότερο φορτωμένη και το κείμενο συνοδεύει πιο ζωηρό και πιτσικάτο. Το πολυφωνικό Σανσόν βρίσκεται στην καλύτερη εποχή του και

πολλές μελωδίες από γνωστά Σανσόν χρησιμοποιήθηκαν σαν βάσεις για τη δημιουργία έργων θρησκευτικού χαρακτήρα.

Κατά το πρώτο μισό του 15ου αι. η μουσική επηρεάσθηκε πολύ από τις αναταραχές μεταξύ Προτεσταντών και Καθολικών, οι οποίες ταραχές οδήγησαν στη διάσπαση και κατά συνέπεια στη δημιουργία πολλών διαφορετικών θρησκευτικών δογμάτων. Ένας Προτεστάντης, ο Μαρτίνος Λούθηρος (1483-1546) ήταν και ο ίδιος μουσικός. Απέρριψε τον Πάπα ως αρχηγό, χρησιμοποίησε την λατινική λειτουργία στο δικό του δόγμα και σταδιακά διαμόρφωσε ένα τρόπο ψαλμωδίας που έμεινε για αιώνες ο κεντρικός άξονας της γερμανικής θρησκευτικής μουσικής. Ένας από τους πιο γνωστούς ύμνους που έγραψε ήταν "Ο Θεός είναι ένα ισχυρό φρούριο".

Εκκλησιαστικός ύμνος (1490)

Ο Ιωάννης Καλβίνος (1509-1566), θρησκευτικός μεταρρυθμιστής και θρησκευτικός ηγέτης των Καθολικών πιστών που ονομάστηκαν Καλβινιστές, αρχικά εξάλειψε την μουσική από την λειτουργία και επέτρεψε μόνο την μελωδική απαγγελία του Ευαγγελίου. Αργότερα, επιτρέπει τον δανεισμό από την κοσμική μουσική, καθώς πρέπει να βρεθούν τρόποι για την όσο το δυνατό μεγαλύτερη προσαγωγή των πιστών. Η μουσική ήταν όμως συχνά αντικείμενο διαμάχης καθώς οι λαϊκές μελωδίες και η πολύπλοκη πολυφωνία που χρησιμοποιήθηκε στα ιερά μουσικά κομμάτια έκανε πολύ δύσκολη την κατανόηση των ιερών κειμένων από τους πιστούς.

Δύο σημαντικές προσωπικότητες της περιόδου ήταν:

  • Ο Ορλάντο ντι Λάσσο (1532-1594) που καταγόταν από τη Φλάνδρα ήταν αυτός που με πολύ σοφία πλούτισε τη θρησκευτική μουσική των Καθολικών γράφοντας μοτέτα και λειτουργίες.
  • Ο Αντουάν ντε Μπαΐφ (1532-1589) ήταν ποιητής που καλούσε σε πνευματικές συγκεντρώσεις μουσικούς και ανθρώπους των γραμμάτων όλων των θρησκειών, όπου η μελέτη και εφαρμογή των αρχαίων μετρικών νόμων έφερνε καθαρότητα στη μουσική.

Ιταλική Αναγέννηση: Στην Ιταλία διαμορφώθηκαν όλες οι νέες κατακτήσεις σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία της χώρας, η οποία ανέδειξε μορφές έκφρασης όπως τη Φρόττολα, τη Βιλλανέλλα, τη Καντσονέττα και αργότερα το Μαδριγάλι. Εδώ, η κοσμική μουσική χρησιμοποιούσε πιο απλή πολυφωνία και ρυθμούς, με πιο κατανοητές στο ευρύ κοινό μελωδίες. Τα Μαδριγάλια του Φραντσέσκο Λαντίνι δύο αιώνες πριν είχαν ξεχαστεί, αλλά το ύφος τους παρέμεινε στα πολυφωνικά τραγούδια για μικρά φωνητικά σύνολα, ύφος βασισμένο σε υπερβολικά ρομαντική ποίηση με ερωτικό περιεχόμενο. Τα Μαδριγάλια ήταν πολύ ευχάριστα στους τραγουδιστές και τα εκτιμούσαν πολύ οι αριστοκράτες της εποχής. Το Αγγλικό Μαδριγάλι, άλλο ένα παρακλάδι του Ιταλικού πρωτότυπου, εφάρμοζε το δικό του στιλ: ήταν πιο απλό στη σύνθεση και δημιουργούσε ελαφριά διάθεση στο κοινό.

Η Γερμανική μουσική της εποχής δημιουργήθηκε πιο αργά από τις άλλες χώρες, όμως το γενικό μουσικό ρεύμα της Ιταλίας και της Γαλλίας επηρέασε και τους γερμανούς συνθέτες όπως και όλη την Ευρώπη.

Στην περίοδο αυτή, ο Τζιοβάννι Πιερλουίτζι ντα Παλεστρίνα (1525-1594) αναδείχθηκε ως ο σωτήρας της πολυφωνικής μουσικής, αφού ήταν αυτός που άλλαξε την γνώμη της συνόδου του Τρέντο (1545-1563) που ήθελε την δια παντός απομάκρυνση της θρησκευτικής μουσικής από την πολυφωνία, επειδή με την πολυπλοκότητα των φωνών δεν ξεχώριζε το λατινικό κείμενο. Αυτό το κατάφερε με την περίφημη "Λειτουργία του Πάπα Μαρκέλλου", η ομορφιά της οποίας έπεισε τους συνέδρους να ψηφίσουν υπέρ της πολυφωνίας.

Εθνική μουσική: Κάτι που παρατηρείται έντονα στην Αναγέννηση, είναι πως οι καινούριες κατακτήσεις, ενώ στην αρχή εξαπλώνονται αρκετά σε όλες τις μουσικές χώρες κυρίως της κεντρικής Ευρώπης, έτσι όπως είχαν ξεκινήσει από τους Γάλλους μουσικούς, μετά από λίγο καιρό υπερνικά η εθνική μουσική ταυτότητα των λαών και οι μουσικοί της κάθε χώρας επεξεργάζονται τις καινούριες μουσικές μορφές με τον τρόπο που επιβάλλει η εθνική μουσική τους συνείδηση.

Την εποχή αυτή, οι τεχνίτες των οργάνων τελειοποιούν αρκετά από αυτά και κατά συνέπεια αρκετοί μουσικοί ρίχνονται στην εξερεύνησή τους. Καθώς η θρησκευτική χορωδιακή μουσική έφτανε στο αποκορύφωμά της γύρω στα 1550, άρχισαν τότε να εμφανίζονται τα πρώτα σύνολα καθαρά οργανικής μουσικής. Τα μουσικά όργανα χρησιμοποιήθηκαν επίσης για να συνοδεύσουν χορούς, αυτοσχεδιάζοντας το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής τους και πολλοί συνθέτες που έγραφαν μουσική ακρόασης μόνο για όργανα, δανείζονταν γνωστές μελωδίες που χρησιμοποιούνταν σε χορούς.

Το ορχηστικό Καντσόνε (=τραγούδι, στα Ιταλικά), ήταν διαφορετικό από την τραγουδιστή του μορφή και γραφόταν κυρίως για Χάλκινα Πνευστά. Είχε ένα ύφος «ελαφρύ», γρήγορο και ρυθμικό. Γενικά η ορχηστική μουσική παιζόταν από όργανα της ίδιας οικογένειας: Έγχορδα, πνευστά ή ομάδες από φλογέρες. Πάντως περιστασιακά εμφανίζονταν και ορχήστρες που περιείχαν διαφορετικές ομάδες οργάνων αποτελώντας έτσι των πρόγονο των σύγχρονων ορχηστρών.

Επίσης, με τη χρήση επαναλήψεων και συναισθηματικών αντιθέσεων, φτιάχνονταν ενδιαφέρουσες συνθέσεις για πληκτροφόρα όργανα όπως το Εκκλησιαστικό όργανο ή το Κλειδοκύμβαλο.

Οι Συνθέτες παρουσίασαν και μεγαλύτερα έργα, είτε παίζοντας γνωστές μελωδίες σε πολλές παραλλαγές είτε βάζοντας σε ένα ενιαίο έργο σειρές από χορούς της εποχής με διαφορετικούς ρυθμούς. Ένα από τα πιο αγαπητά όργανα που πολλές οικογένειες είχαν, ήταν το Αναγεννησιακό Λαούτο που μπορούσε να ακούγεται μόνο του ή και να συνοδεύει το τραγούδι. Γενικά, οι δυνατές αντιθέσεις και οι ζωηρή έκφραση χαρακτήριζαν αυτή την προοδευτική μουσική που αποτελούσε μία νέα περίοδο στην τέχνη, μία νέα τεχνοτροπία που έμεινε γνωστή ως Μπαρόκ.

Συνθέτες

Ο Τζοβάννι Πιερλουίτζι ντα Παλεστρίνα (Giovanni Pierluigi da Palestrina, Φεβρουάριος 1525 ή 1526 - 2 Φεβρουαρίου 1594) ήταν Ιταλός αναγεννησιακός συνθέτης κατά κύριο λόγο χριστιανικής μουσικής και ο πιο γνωστός εκπρόσωπος του 16ου αιώνα της Ρωμαϊκής Σχολής της μουσικής σύνθεσης[1]. Ήταν ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της πολυφωνικής μουσικής και αυτός που άσκησε τη μεγαλύτερη και πλέον σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση της δυτικής εκκλησιαστικής μουσικής.[2] Άφησε τεράστιο όγκο έργου, το οποίο αποτελεί σημείο αναφοράς στην φωνητική αντίστιξη, της οποίας θεωρείται ειδήμων.

Μια από τις πρώτες όπερες στην ιστορία της μουσικής, ο"Ορφέας" του Κλαούντιο Μοντεβέρντι. Ο Μοντεβέρντι γεννήθηκε στην Κρεμόνα στις 15 Μαΐου 1567 και πέθανε στην Βενετία, 29 Νοεμβρίου 1643. Ιταλός συνθέτης, μουσικός και Ρωμαιοκαθολικός ιερέας. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες της δυτικής μουσικής, ενώ το έργο του σηματοδοτεί τη μετάβαση από την μουσική της Αναγέννησης στο Μπαρόκ. Υπήρξε, μαζί με τον Κάρλο Τζεζουάλντο, ένας από τους σημαντικότερους μεταρυθμιστές στην εξέλιξη της μουσικού γλωσσικού ιδιώματος και της μουσικής έκφρασης. Συνέθεσε μια από τις πρώτες όπερες -τον Ορφέα- στην ιστορία της μουσικής, ενώ είχε την τύχη, σε αντίθεση με πλήθος άλλων συνθετών, να γνωρίσει μεγάλη επιτυχία και αναγνώριση στη διάρκεια της ζωής του. Η γλώσσα είναι η Ιταλική και το λιμπρέτο ανήκει στον Αλεσσάντρο Στρίτζιο. Η εκτέλεση που επέλεξα είναι από παράσταση του 2002 που ανέβηκε Gran Teatro del Liceo de Barcelona. Την ορχήστρα με όργανα εποχής που διευθύνει ο Jordi Savall.

 Ο Ζοσκέν ντε Πρε (γαλλ. Josquin des Prez, ή Josquin Desprez· λατ. Josquinus Pratensis ή Jodocus Pratensis, περ. 145027 Αυγούστου 1521), κοινά αναφερόμενος ως "Ζοσκέν", ήταν Γαλλο-Φλαμανδός συνθέτης της Αναγεννησης. Υπήρξε ο διασημότερος Ευρωπαίος συνθέτης θρησκευτικής μουσικής της εποχής του, η σπουδαιότητα του οποίου συγκρίνεται μ' αυτή του Γκιγιώμ Ντυφαί και του Τζιοβάννι Πιερλουίτζι ντα Παλεστρίνα, ενώ θεωρείται κύριος εκπρόσωπος της Γαλλο-Φλαμανδικής Σχολής. Κατά γενική ομολογία, τα έργα του απηχούν τα πρώτα αριστοτεχνικά δείγματα αναγεννησιακής πολυφωνίας, που περιλαμβάνουν μοτέτα, λειτουργίες, κανόνες κλπ., όσο και κομμάτια κοσμικής μουσικής, όπως σανσόν και φρόττολες.

Ο Ορλάντο ντι Λάσσο (Orlando di Lasso, 153214 Ιουνίου 1594) ήταν Φλαμανδός συνθέτης της όψιμης Αναγέννησης[1]. Θεωρείται σήμερα ο ωριμότερος εκπρόσωπος της Γαλλοφλαμανδικής μουσικής σχολής και ένας εκ των δύο συνθετών που άσκησαν μεγάλη επίδραση στα μουσικά δρώμενα της Ευρώπης (ο άλλος ήταν ο Παλεστρίνα).

Ο Μίχαελ Πρετόριους (γερμανικά: Michael Praetorius, πιθανώς 15 Φεβρουαρίου 157115 Φεβρουαρίου 1621) ήταν Γερμανός συνθέτης, θεωρητικός της μουσικής και οργανίστας. Θεωρείται από τους πιο παραγωγικούς συνθέτες της γενιάς του, κυριώς όσον αφορά σε προτεσταντικούς ύμνους, αλλά και με ευρεία γκάμα συνθέσεων. Το θεωρητικό του έργο «Μουσικό Σύνταγμα» (Syntagma Musicum) είναι από τα πιο σημαντικά του είδους του.

Ο Φραγκίσκος Λεονταρίτης (περ. 1518 - περ. 1572, στις πηγές αναφέρεται ως Francesco Londarit, Franciscus Londariti, Leondaryti, Londaretus, Londaratus ή Londaritus) ήταν κρητικός αναγεννησιακός συνθέτης δυτικής μουσικής και βαρύτονος. Στοιχεία για τη ζωή και το έργο του έγιναν γνωστά μόλις τη δεκαετία του 1980, μετά από έρευνες του ιστορικού και φιλόλογου Νικόλαου Μ. Παναγιωτάκη στα βενετικά κρατικά αρχεία του Χάνδακα και σε άλλες συναφείς αρχειακές πηγές.